Sunday, March 6, 2011

Τάλεντ σόου (εντ σo)

Αν αποπειραθεί να περιγράψει κανείς τον Θανάση είναι αναπόφευκτο να χρησιμοποιήσει κάποια φράση που να περιλαμβάνει τη λέξη «ταλέντο». Από τότε που ήρθε στο ντότζο, ο 25χρονος φοιτητής του πολυτεχνείου μας έχει εντυπωσιάσει όλους με την ευκολία με την οποία αντιλαμβάνεται τεχνικές, κάτα και έννοιες και με την άνεση με την οποία τα μεταφέρει στο σώμα του. Όσο περίπλοκο και αν είναι, όσο προχωρημένο και αν είναι, όσο στρυφνό, αλλοπρόσαλλο και αν είναι, οι πιθανότητές του να το τσιμπήσει με την πρώτη (άντε με τη δεύτερη) και να μπορεί να το κάνει στην επόμενη προπόνηση είναι πάνω από 90% –σε σημείο μάλιστα που αρκετοί από τους πιο προχωρημένους να έχουν αρχίσει να αισθάνονται άσχημα και κάνα-δύο φορές να έχουν προκύψει κάτι ζητηματάκια. Ευτυχώς τίποτα το σοβαρό καθώς ο Θανάσης τυγχάνει και πολύ καλό παιδί με αποτέλεσμα οι εντάσεις να εκτονώνονται πριν καλά-καλά εκδηλωθούν.

Ουδείς βεβαίως γνωρίζει αν ο νεαρός φοιτητής θα πραγματώσει τις δυνατότητές του. Καλώς εχόντων των πραγμάτων θα τελειώσει με το πολυτεχνείο φέτος, θα πάει φαντάρος και στη συνέχεια θα μπει στη γνωστή διαδικασία αναζήτησης δουλειάς κ.λπ., όλα τους φάσεις που δε συνδυάζονται καλά με την προπόνηση (είναι μακάβρια ενδιαφέρον το πόσα πράγματα μπορεί να τσακίσει ο Ελληνικός Στρατός και η πάλη για μια θέση στην αγορά εργασίας). Αν τα πράγματα εξελιχθούν ως είθισται, ο Θανάσης θα σταματήσει στο δεύτερο κίου και δεν θα τον ξαναδούμε ποτέ –ελπίζουμε πως όχι αλλά οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος του. Κρίμα δηλαδή γιατί όλοι λίγο-πολύ συμμερίζονται την πεποίθηση ότι ένα τέτοιο ταλέντο θα μπορούσε πραγματικά να πάει την τέχνη ένα βήμα μπροστά.

Ο σεμπάι έδειχνε να μη συμμερίζεται την κοινή πεποίθηση. Πάνω στη συζήτηση λοιπόν, κάποιος πέταξε μεταξύ σοβαρού και αστείου κάτι περί των ξινών σταφυλιών της αλεπούς (ο σεμπάι έχει δηλώσει ευθαρσώς ότι δεν υπήρξε ποτέ ταλέντο, κάτι πολύ δύσκολο να καταλάβει κανείς όταν τον βλέπει τώρα, όμως το θέμα μας δεν είναι εκεί) και όλοι γέλασαν καλόκαρδα. Όμως, ως συνήθως, το μυαλό του είχε πάει λίγο παραπέρα από το θέμα του Θανάση και είχε φτάσει στον ρόλο των πολύ ταλαντούχων (Θανάσηδων και μη) στην εξέλιξη της δικής μας τέχνης αλλά και των πολεμικών τεχνών γενικότερα. Πιο συγκεκριμένα, στην ανησυχία μήπως όλοι μας προσπαθούμε να γίνουμε κάτι που δε θα γίνουμε ποτέ.

Δεν έχει άδικο: Η ιστορία είναι με το μέρος των νικητών και εν προκειμένω, οι νικητές είναι κάποιοι ταλαντούχοι άνθρωποι από το παρελθόν που χάρη στο ταλέντο τους κατάφεραν να γίνουν δάσκαλοι στις τέχνες με τις οποίες ασχολήθηκαν. Είτε πρόκειται για τους ίδιους τους ιδρυτές/θεμελιωτές τους, είτε για τους μαθητές της πρώτης/δεύτερης γενιάς, οι άνθρωποι αυτοί όρισαν τον τρόπο που χτυπάμε, που λακτίζουμε, που κάνουμε μια ρίψη, μια αποφυγή ή μια πτώση. Και σήμερα εμείς, χωρίς το ταλέντο τους προσπαθούμε να κάνουμε αυτό που έκαναν αυτοί, είτε επειδή το έχουμε δει σε κάποια προπολεμική ταινία, είτε επειδή μας το έχουν μεταφέρει διαστρεβλωμένο (άλλοτε καλή τη προθέσει και άλλοτε κακίστη τη προθέσει) οι δικοί μας δάσκαλοι, μερικές γενιές μετά. Γίνεται;

Ναι γίνεται. Όμως αν γίνεται, γίνεται στο μέτρο που μπορούμε να μιμηθούμε τη δουλειά που κατέβαλλαν οι άνθρωποι εκείνοι –όχι το ταλέντο τους. Και προκειμένου να γίνει αυτό, οφείλουμε να κατανοήσουμε ποιο μέρος από αυτό που βλέπουμε είναι ταλέντο και ποιο είναι δουλειά. Η αστική μυθολογία λέει ότι ο Νιζίνσκι είχε μια ιδιομορφία στα πόδια του που τα έκαναν ιδανικά για χορό και γι αυτό έγινε χορευτής ή ότι ο Λιστ είχε ιδιαίτερα μακριά δάχτυλα, κάτι που τον έκανε να μπορεί να καλύπτει τεράστιες αποστάσεις στο κλαβιέ του πιάνου του. Το να αποπειραθεί κανείς να μιμηθεί τέτοιες ιδιομορφίες είναι ανόητο και άστοχο (χωρίς βεβαίως αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν αμέτρητοι άνθρωποι που το προσπαθούν) –πρόκειται για κάποια ειδικά ταλέντα τα οποία οι δυο παραπάνω καλλιτέχνες έτυχε να μετουσιώσουν σε τέχνη.

Και μετά υπάρχουμε όλοι εμείς οι υπόλοιποι. Χωρίς τα ταλέντα των μεγάλων δασκάλων, χωρίς κάποια ειδικά σωματικά προσόντα που τους έκαναν να μείνουν στην ιστορία, προϊόντα ενός διαφορετικού τρόπου ζωής, ενός διαφορετικού πολιτισμού και μιας άλλης εποχής, προσπαθούμε να μιμηθούμε αυτούς και διαμορφώνουμε ανάλογα τη ζωή μας εντός ντότζο –συχνά μάλιστα υπό την πίεση φράσεων/νοοτροπιών του τύπου «αφού το κάνει ο σενσέι ΧΥΖ». Στην πραγματικότητα, αυτό που ισχύει είναι ότι αν καταφέρουμε να διαχωρίσουμε τι είναι προϊόν του εξαιρετικού ταλέντου και τι είναι προϊόν δουλειάς (και, ναι, μερικές φορές δεν είναι τόσο δύσκολο όσο ακούγεται), θα μπορέσουμε να στρέψουμε τις προσπάθειές μας στον σωστό δρόμο και θα καταφέρουμε κάτι. Πιθανότατα αυτό δε θα είναι να φτιάξουμε μια δική μας τέχνη –μεγάλο ζήτημα το οποίο ούτως ή άλλως δεν άπτεται μόνο του ταλέντου– αλλά πιθανότατα θα είναι να κερδίσουμε από την προπόνησή μας μια υπεραξία πολύ μεγαλύτερη από το ότι μπορούμε να δείρουμε/σφάξουμε/βροντήξουμε στο πάτωμα τον συνάνθρωπό μας.

Τα ταλέντα ανεβάζουν τον πήχη –της τέχνης, της επιστήμης, της ανθρωπότητας γενικότερα. Αυτό που μένει σε εμάς τους ατάλαντους, είναι να δούμε πόσο ψηλά έχει ανέβει ο πήχης και να προσπαθήσουμε να τον πλησιάσουμε όσο περισσότερο μπορούμε. Καλό είναι να έχουμε σαν μέτρο τις απίθανες περιπτώσεις –έτσι είναι που καταφέρνει κανείς να υπερβεί τον εαυτό του ή έστω, και έτσι– αλλά ακόμα καλύτερο είναι να θυμόμαστε που και που ότι οι περιπτώσεις αυτές είναι, όντως, απίθανες. Αν μη τι άλλο, έτσι αποκτάμε και καλύτερη αίσθηση της πραγματικότητας –αυτό για όλους εκείνους που αγχώνονται σχετικά με το πόσο «πραγματικά» είναι αυτά που μαθαίνουμε στο ντότζο…

...ή έτσι λεει ο σεμπάι τουλάχιστον. Εγώ απλώς το μεταφέρω...

No comments: