Sunday, March 6, 2011

Δικαιωματικά

Ο Κώστας είναι από τις συμπαθέστερες περιπτώσεις ανθρώπων που μπορεί κανείς να συναντήσει σε ένα ντότζο. Πάντα φιλικός και ευγενικός, καλλιεργημένος, με χιούμορ, επιμελής ως προς τη μελέτη/προπόνηση και με ένα διαρκές ενδιαφέρον για το παραπέρα της τέχνης, είτε αυτό είναι τεχνικό, είτε θεωρητικό-φιλοσοφικό. Σχεδόν πάντα έμενε και συμμετείχε στα πηγαδάκια μετά την προπόνηση, ενώ δεν ήταν λίγες οι φορές που οι συζητήσεις για κάποια πιθανή (και, πιο συχνά, απίθανη) λεπτομέρεια τραβούσαν μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες –συνήθως συνοδεία κάποιου καφέ ή κάποιου ποτού. Τον καιρό αυτό ετοιμάζεται για το δεύτερο νταν του και, αν όλα πάνε καλά, θα περάσει, γκχμ-γκχμ, με το σπαθί του· παράλληλα, κλείνει μια δεκαετία ενασχόλησης με το αντικείμενο, ενασχόλησης που περιλαμβάνει και μπόλικο διάβασμα και ψάξιμο στο Ίντερνετ.

Τις προάλλες που είχαμε βγει για πρώτη φορά μετά από αρκετό καιρό, η κουβέντα έφτασε στις κλασσικές σχολές (κορίου) και πιο συγκεκριμένα στο πώς πάει η ομάδα που έχουμε φτιάξει και μελετάμε υπό την καθοδήγηση ενός πολύ γνωστού ξένου δασκάλου –ο Κώστας δεν έχει ασχοληθεί καθόλου με τις σχολές αυτές, καίτοι έχει διαβάσει για το ότι υπάρχουν και αντιλαμβάνεται τη θέση τους στην εξέλιξη των ιαπωνικών πολεμικών τεχνών. Όλα πήγαιναν καλά, μέχρι τη στιγμή που του ανέφερα matter-of-factly, ότι αυτή τη στιγμή η ομάδα μας αποτελείται από οκτώ άτομα αλλά ότι ο αριθμός αυτός δε θα παραμείνει, προφανώς, ο ίδιος για πολύ καιρό. Παρεξηγώντας εντελώς την πρόθεσή μου, μου είπε κάτι σε στιλ «Ε, βέβαια, σιγά-σιγά θα πάρετε κι άλλους», για να του απαντήσω, «Όχι, το αντίθετο εννοώ –κάποια στιγμή ο δάσκαλος θα αρχίσει να διώχνει κόσμο».

Συχνά λέμε ότι κάποιος μένει με ανοιχτό το στόμα, όμως σπάνια συμβαίνει κυριολεκτικά –στην προκειμένη περίπτωση, συνέβη αυτό ακριβώς (ο Κώστας είναι αρκετά εκφραστικός από πλευράς μορφασμών). Και μετά από μερικά δευτερόλεπτα σιγής, έσκασε η πρώτη ερώτηση: «Γιατί να διώξει; Εννοείς ότι κάποιοι θα τα παρατήσουν». «Όχι, εννοώ ότι κάποιους θα τους διώξει γιατί δεν τραβάνε ή δεν ασκούνται αρκετά ή δεν κάνουν για τη ρίου ή γιατί δε θέλει να τους διδάσκει πλέον –τέτοια πράγματα». «Μα, πώς;» –η αμηχανία ήταν ολοφάνερη– «Θέλω να πω, αφού ξεκίνησαν και συνεχίζουν να ασκούνται, είναι δικαίωμά τους να μείνουν στη σχολή. Δεν το καταλαβαίνω –και δε μου αρέσει καθόλου αυτή η λογική». Και πράγματι, δεν το καταλάβαινε. Και δεν είναι ο μόνος.

Το πρόβλημα του Κώστα –και αρκετών σαν αυτόν– είναι ότι (α) έχει μεγαλώσει σε ένα κοινωνικό σύστημα που διδάσκει ότι εις έκαστος είναι το κέντρο του σύμπαντος άρα έχει δικαιώματα επί παντός επιστητού, ιδιαίτερα αν ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις που συνοδεύουν τα εκάστοτε δικαιώματα, και, (β) έχει μεγαλώσει (πολεμικοτεχνίτικα) σε ντότζο σύγχρονων μπούντο, τα οποία λειτουργούν κατά πολύ ως επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών. Ήτοι, από τη στιγμή που πληρώνω τη συνδρομή μου και έρχομαι τακτικά στο μάθημα, δικαιούμαι –και απαιτώ– τις καλύτερες δυνατές υπηρεσίες. Αν δε, δεν τις έχω, το φάουλ είναι αποκλειστικά από την πλευρά του ατόμου ή του φορέα που παρέχει τις υπηρεσίες, ήτοι του δασκάλου μου. Δεν έχει άδικο, αδέλφια. Όμως το πρόβλημα είναι ότι στις κορίου τα πράγματα λειτουργούν διαφορετικά.

Ο δάσκαλός μου δεν πληρώνεται για να διδάσκει. Δε θέλει να διδάσκει (το θεωρεί τερατωδώς μεγάλη υποχρέωση) και ήδη έχει βγάλει την επόμενη γενιά δασκάλων –συνεπώς έχει κάνει το χρέος του απέναντι στους δασκάλους του (οι οποίοι επίσης δεν πληρώθηκαν για να τον διδάξουν), στη σχολή και στις είκοσι γενιές νεκρών δασκάλων που προηγήθηκαν των δασκάλων του. Εντούτοις, και για κάποιον λόγο που μόνο αυτός γνωρίζει, καβαλάει ένα αεροπλάνο δύο φορές τον χρόνο, κάνει ένα ταξίδι περί τις 10.000 χιλιόμετρα και έρχεται στην Ελλάδα, για να διδάξει σε ένα γκρουπ οκτώ ατόμων, αυτά που έμαθε. Προφανώς του καλύπτουμε τα έξοδά του αλλά η σχέση μας δεν έχει πελατειακή διάσταση. Και ένας λόγος που δεν έχει, είναι ακριβώς για να μπορεί να διδάσκει όποιους, όπως και όποτε θέλει· αν αυτό σημαίνει ότι κάποια στιγμή θα διώξει κάποιους, so be it.

Οι κλασσικές σχολές δεν αποζητούν ευρεία αναγνώριση και δεν ψάχνουν για μαθητές –οι μαθητές τις βρίσκουν και αν μπορούν να γίνουν μέρος τους, έχει καλώς. Αν όχι, πάλι έχει καλώς. Σε ένα από τα πρώτα e-mail που ανταλλάξαμε με τον δάσκαλό μου για το συγκεκριμένο θέμα, η βασική του απαίτηση για τα άτομα που θα απαρτίζουν την ομάδα, ήταν ότι «[they should have] a consuming desire to learn these things», πάει να πει «θα πρέπει να έχουν έναν διακαή πόθο να μάθουν τα πράγματα αυτά». Καθώς οι σχολές αυτές προέρχονται από την εποχή που οι άνθρωποι σκοτώνονταν (στ’ αλήθεια, όχι στο σινεμά), λειτουργούν με βάση μια δαρβινική αντίληψη περί καταλληλότητας: αν σε καίει να μάθεις, θα κάνεις ό,τι χρειαστεί για να μάθεις και άρα θα χαρίσεις στη σχολή περισσότερες πιθανότητες να επιβιώσει. Εσύ ούτως ή άλλως δε θα επιβιώσεις («no one here gets out alive», που έλεγε και ο μακαρίτης), αλλά το ζητούμενο είναι να επιβιώσει η σχολή η οποία είναι κάτι μεγαλύτερο από εσένα –και από εμένα και από τον καθένα.

Παρά τον χρόνο του στα ντότζο, ο Κώστας ακόμα βλέπει τα πράγματα ξεκινώντας από τον εαυτό του. Αν οι πολιτισμοί της Άπω Ανατολής (και οι πολεμικές τέχνες, ως κομμάτι τους) μπορούν να μας διδάξουν ένα πράγμα, αυτό είναι ότι ο εαυτός μας δεν είναι και τόσο σπέσιαλ όσο θέλουμε να πιστεύουμε. Βεβαίως έχουμε δικαιώματα (κάποια) και βεβαίως έχουμε προσωπικότητα (κάποιοι) και βεβαίως καλά κάνουμε και διεκδικούμε αυτά που μας ανήκουν (κάποτε). Όμως καλό είναι να θυμόμαστε που και που ότι αφού καθένας μας είναι το κέντρο του σύμπαντος, δεν υπάρχουν δικαιώματα, δεν υπάρχει προσωπικότητα και δεν υπάρχουν διεκδικήσεις. Το μόνο που υπάρχει είναι η πραγματικότητα –μια πραγματικότητα που στο ντότζο αρχίζει με κάθε bow in και τελειώνει με κάθε bow out…

...για μια ακόμα φορά, πρόκειται για προσωπικές απόψεις και όχι για αυτές του σεμπάι...

No comments: