Sunday, March 6, 2011

Brothers in Arms

Είναι γνωστό ότι υπάρχει αρκετός κόσμος –στα ξένα αλλά και εδώ– που αποφασίζει να ασχοληθεί με τις πολεμικές τέχνες για λόγους κοινωνικούς, δηλαδή για να βρεθεί σε ένα καινούριο περιβάλλον, να συναναστραφεί με καινούριους ανθρώπους και να διαμορφώσει καινούριες σχέσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι σε πολλές γλώσσες, οι σχολές πολεμικών τεχνών ονομάζονται «clubs» (δηλαδή, «λέσχες» ή «ενώσεις»), ότι μιλάμε για «μέλη» με «συνδρομές» ή ότι συχνά ο νόμος τις αντιμετωπίζει ως «συλλόγους» ή «σωματεία» –όλα λέξεις που συνδέονται με μια συνεύρεση ανθρώπων που ενδιαφέρονται για ένα συγκεκριμένο αντικείμενο.

Αυτό που δεν είναι εξίσου γνωστό, είναι ότι αρκετοί από τους σκληροπυρηνικούς πολεμικοτεχνίτες θεωρούν ότι η αντιμετώπιση αυτή αδικεί τις πολεμικές τέχνες. Σύμφωνα με την αντίληψη των ανθρώπων αυτών, η ενασχόληση με τις πολεμικές τέχνες πρέπει να γίνεται με μόνο στόχο την ίδια την πολεμική τέχνη και τη μελέτη της και ότι εκείνοι που θέλουν μια κοινωνική δραστηριότητα, θα έπρεπε να επιλέξουν κάτι άλλο –σε τελική ανάλυση, υπάρχουν πλείστες όσες δραστηριότητες, σωματικές και μη, που όχι μόνο δίνουν την ευκαιρία για κοινωνική συναναστροφή αλλά την ενθαρρύνουν κιόλας. Η επιτυχία που έχουν οι σχολές χορού (χορού όπως λέμε «social dancing»), είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα και χωρίς ιδιαίτερο ψάξιμο μπορεί κανείς να σκεφτεί και αρκετά ακόμα.

Προφανώς καθείς και η άποψή του· σε τελική ανάλυση, ο λόγος για τον οποίο ξεκινά να ασχολείται κανείς με τις πολεμικές τέχνες είναι δικός του και δεν οφείλει να δώσει λόγο ούτε στη διοίκηση του εκάστοτε ντότζο, ούτε στους άλλους συνασκούμενους, τουλάχιστον από τη στιγμή που δεν τους ενοχλεί και δεν διαταράσσει την εύρυθμη λειτουργία του χώρου (παρεμπιπτόντως, τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, η εύρυθμη λειτουργία μιας ολόκληρης χώρας έχει διαταραχθεί αρκετά, όμως για αυτή την υγρασία θα μιλήσουμε μια άλλη φορά). Για οποιονδήποτε λόγο και να αποφασίσει κανείς να δοκιμάσει τις πολεμικές τέχνες, αν ασκείται ειλικρινά και τίμια την ώρα του μαθήματος ή της προπόνησης, ο στόχος έχει επιτευχθεί.

Αυτό που ξεχνούν όσοι επικρίνουν την κοινωνική προσέγγιση στις πολεμικές τέχνες, είναι ότι από τη στιγμή που άνθρωποι συναντιούνται σε έναν κοινό χώρο, οι σχέσεις διαμορφώνονται ούτως ή άλλως –ως εκ τούτου, ακόμα και ο πιο αφοσιωμένος ασκούμενος, μοιραία θα έρθει πιο κοντά στους συνασκούμενούς του. Και αυτό που δε γνωρίζουν όσοι έρχονται στις πολεμικές τέχνες για λόγους κοινωνικούς είναι ότι οι σχέσεις που, αναπόφευκτα, θα δημιουργήσουν είναι κάτι πολύ πιο ιδιαίτερο από αυτό που πίστευαν. Και αυτό επειδή σε μια σχολή πολεμικών τεχνών που λειτουργεί όπως πρέπει, μια προπόνηση έχει σχεδόν όλα τα χαρακτηριστικά μιας μάχης. Ελεγχόμενης, λιγότερο αιματηρής, συχνά με μικρότερες συναισθηματικές φορτίσεις, αλλά μάχης παρ’ όλα αυτά.

Το έχουμε ξαναπεί στο παρελθόν και θα το ξαναπούμε: οι πολεμικές τέχνες είναι μια δοκιμασία, όχι μόνο για τους μύες και τα κόκαλά μας, αλλά –κυρίως– για το νευρικό μας σύστημα και τις ψυχικές μας αντοχές. Κατ’ αρχάς, προσπαθούμε να επαναπρογραμματίσουμε όλα μας τα συστήματα έτσι ώστε να λειτουργούν με έναν διαφορετικό τρόπο –συγκεκριμένοι βηματισμοί, συγκεκριμένες αναπνοές, συγκεκριμένες εστιάσεις του βάρους, συγκεκριμένοι χρονισμοί ποδιών και χεριών. Εν συνεχεία, προσπαθούμε να λειτουργήσουμε σε συνάρτηση με κάποιον άλλον· για την ακρίβεια, με μια σειρά από κάποιους άλλους, όλους διαφορετικούς μεταξύ τους. Όλα αυτά σε ένα καινούριο περιβάλλον με τα δικά του χαρακτηριστικά, τις δικές του αρχές, τη δική του ιεραρχία προσώπων και θεσμών. Και, πάνω απ’ όλα, με πανταχού παρόντα τον ενδεχόμενο κίνδυνο της σωματικής βλάβης και τη βεβαιότητα του πόνου.

Αυτά τα δύο τελευταία, είναι αρκετά για να κάνουν κρόσσια τα νεύρα ακόμα και των πιο συγκροτημένων ανθρώπων. Και αυτό, επειδή οι περισσότεροι σημερινοί άνθρωποι, δεν ζούμε επικίνδυνα –ζούμε απλές, καθημερινές ζωές σε μια σύγχρονη κοινωνία που μας ασφαλίζει απέναντι στα πάντα (ή σχεδόν στα πάντα). Τα σπίτια μας αντέχουν καταστροφές (πλην ακραίων περιπτώσεων), τα αυτοκίνητά μας το ίδιο (επίσης, πλην ακραίων περιπτώσεων), έχουμε μέσα για να αντιμετωπίσουμε το κρύο, τη ζέστη, τον πόνο, τις αρρώστιες (για τις ακραίες περιπτώσεις είπαμε, δεν είπαμε;) και την πλειονότητα των απειλών κατά της ζωής μας και της σωματικής μας ακεραιότητας. Εν ολίγοις, ζούμε σε μια γυάλα που μας κρατά ασφαλείς.

Όμως από τη στιγμή που αποφασίζουμε να γραφτούμε σε ένα ντότζο όλα αυτά αλλάζουν. Ο πόνος είναι εκεί από την πρώτη στιγμή, τα συστήματά μας (νευρικό, μυοσκελετικό, αναπνευστικό, κυκλοφορικό ακόμα και πεπτικό) γίνονται άνω κάτω και ο τρόπος που ιεραρχούμε τις προτεραιότητές μας, αλλάζει άρδην: ακόμα και τα σοβαρότερα προβλήματα της καθημερινότητάς σου μπορούν να ξεχαστούν τη στιγμή που ένα κομμάτι ξύλο έρχεται με φόρα προς το κεφάλι σου και το μόνο πράγμα που θα σε σώσει είναι η αστραπιαία μετατόπιση του άθλιου σαρκίου σου μερικά εκατοστά πιο δεξιά ή αριστερά –όσοι δεν κάνουν όπλα, μπορούν να αντικαταστήσουν το παραπάνω αίσθημα με το αίσθημα που έχεις όταν ξεκινάς να πέφτεις από ένα Κάτα Γκουρούμα του Τζούντο.

Αν στα παραπάνω προσθέσουμε την, αναγκαία, σχιζοφρένεια της πρόθεσης να βλάψεις τον άλλον (αν δεν υπάρχει, δε μιλάμε για πολεμικές τέχνες αλλά για RPG) και της απέχθειας προς τη βία (αν δεν υπάρχει, επίσης δε μιλάμε για πολεμικές τέχνες αλλά για καφριλίκι) δεν είναι περίεργο που μέσα σε ένα ντότζο διαμορφώνονται σχέσεις πολύ πιο βαθιές ακόμα και από τις πιο προσωπικές ή κοινωνικές. Καθώς οι εβδομάδες γίνονται μήνες και μετά χρόνια ή δεκαετίες, γνωρίζεις τον συνασκούμενό σου με έναν τρόπο εντελώς διαφορετικό από τον τρόπο που γνωρίζεις οποιονδήποτε άλλο άνθρωπο στη ζωή σου –τον γνωρίζεις ιδρώνοντας, ματώνοντας, χτυπώντας και . πονώντας μαζί του. Και αν αυτό δεν είναι ακριβώς το ίδιο με το αίσθημα του συμπολεμιστή, είναι –ευτυχώς– το κοντινότερό του αντίστοιχο για τους περισσότερους εξ ημών…

...ή έτσι λεει ο σεμπάι τουλάχιστον. Εγώ απλώς το μεταφέρω...

No comments: