Sunday, March 6, 2011

Τζούτσου και Ντο –Γλωσσολογικώς Ειπείν

Δήλωση (του σεμπάι –εγώ ως γνωστόν κ.λπ. κ.λπ.): Την επόμενη φορά που θα ακούσω κάποιον να κάνει μια χορευτική σαχλαμάρα και να την αποκαλεί «ντο» και παράλληλα να απορρίπτει μια κανονική τεχνική ως «τζούτσου», (α) θα τον πλακώσω στις βρυσιές (είναι αυτό που πιάνεις μια βρύση και κοπανάς τον άλλον στο κεφάλι), (β) θα τον πετάξω έξω από το ντότζο ένθα ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων και (γ) θα ξεράσω χολή, αίμα, δάκρυα κ’ ιδρώτα (γιου νόου, bile, blood, sweat and tears). «Έχω φτάσει ως εδώ (Σ.Σ. –δείχνει το μέτωπό του), με τον κάθε ανυποψίαστο που ενώ καλά-καλά δεν έχει μάθει πώς να δένει τη ζώνη του, κάθεται και μου κάνει ιστορικό-κοινωνικό-πολιτισμικό-θεωρητικές αναλύσεις περί της φύσης της τέχνης και του τρόπου εξέλιξής της ανά τους αιώνες. Τι λε ρε θλιβερέ; Αυτά δεν τα έκανε ο Ντρέγκερ που είχε βγάλει ο (*&^$#@ του γάλα από την προπόνηση τριάντα χρόνια, θα τα κάνεις εσύ;»

Το παραλήρημα συνεχίστηκε σε όλη τη διάρκεια της προπόνησης –αυτά μου κάνουν: πάνε και τον συγχύζουν στην αρχή οπότε δε σταματάει να λέει επί δύο ώρες– καθώς και μετά, στο… άφτερ. Βεβαίως υπερβάλλει, αλλά εδώ που τα λέμε έχει ένα δίκιο. Πόσες φορές έχετε ακούσει αυτού του τύπου τις αναλύσεις σχετικά με τον μετασχηματισμό τεχνών ανά τις εποχές, τη μετάβαση από τα ιδανικά του πεδίου της μάχης στα ιδεώδη της μετά-σύγχρονης εποχής, την ανάγκη για ανάπτυξη μεθόδων αυτογνωσίας και το πώς η ανάγκη αυτή διογκώθηκε την περίοδο ειρήνης μεταξύ 17ου και 19ου αιώνα στη Ιαπωνία και άλλα τέτοια βαθυστόχαστα και άκρως μελετημένα. Αμελέτητα (δηλ. «ουδόλως μελετημένα»), φίλες και φίλοι! Και γιατί αμελέτητα; Επειδή οι περισσότεροι εξ αυτών των «αναλυτών» έχουν διαβάσει την επιφάνεια αλλά έχουν χάσει το βάθος. Ως είθισται….

Για να τα πιάσουμε τα πράγματα από την αρχή τους, ε; Η ιαπωνική γλώσσα, ως έκφραση του ιαπωνικού λαού είναι πολύ λιγότερο σαφής από τις γλώσσες που μιλάμε στην από ‘δω πλευρά του πλανήτη. Για μια σειρά από λόγους που ανιχνεύονται στο τρόπο οργάνωσης της ιαπωνικής κοινωνίας –ενδεχομένως και της κινέζικης, αλλά καλό είναι να περιοριζόμαστε σ’ αυτά που ξέρουμε και να αφήσουμε να μιλήσει για τα άλλα κάνας άλλος– οι Ιάπωνες εκφράζονται κατά πολύ με τη χρήση των συμφραζομένων, συχνά μάλιστα με τη χρήση συμφραζομένων που δεν λέγονται αλλά εννοούνται –επειδή είναι Ιάπωνες. Προφανώς υπάρχουν λέξεις για να εκφραστούν τα πάντα και, προφανώς, υπάρχουν απλά σχήματα προτάσεων του τύπου «Λόλα να ένα μήλο» (εποχές κι εκείνες, ε;), όμως όταν το πράγμα πάει σε πιο περίπλοκες εκφράσεις –καλή ώρα στα «τζούτσου» και στα «ντο» που λέγαμε– η κατάσταση αλλάζει.

Λυπάμαι που θα στενοχωρήσω όλους εκείνους που τα έχουν ταξινομήσει μια χαρά και τι ωραία μέσα στον νου τους, όμως οι Ιάπωνες δεν κάνουν διαχωρισμό μεταξύ «ντο» και «τζούτσου». Ακόμα περισσότερο, όταν τους εξηγήσει κανείς ότι κάποιοι κάνουν διαχωρισμό μεταξύ «ντο» και «τζούτσου», κουνάνε το κεφάλι τους με σημασία –για τους γνωρίζοντες η σημασία είναι «Άμα λέμε εμείς ότι οι ξένοι είσαστε για τα πανηγύρια, κάτι ξέρουμε». Για έναν Ιάπωνα, ένα «τζούτσου» είναι «ντο»· έχει τη δυνατότητα να είναι «ντο» και αν το κάνεις σοβαρά και αφοσιωμένα, εκ των πραγμάτων είναι «ντο», πάει να πει είναι ένας δρόμος ζωής που θα σου διδάξει ορισμένα πράγματα πέρα από ένα σύνολο τεχνικών. Αντίστοιχα, ένα «ντο» είναι εξ ορισμού «τζούτσου» αφού σου διδάσκει ένα σύνολο τεχνικών, δεξιοτήτων, ικανοτήτων κ.λπ. Τόσο απλά.

Προφανώς οι άνθρωποι δεν είναι ηλίθιοι –οπότε ας μη γίνουμε κι εμείς. Ακόμα και μια επιπόλαια ανάγνωση της ιστορίας αρκεί αν μας δείξει ότι οι τέχνες που γεννήθηκαν τις εποχές των πολέμων είχαν άλλον προσανατολισμό από αυτές που γεννήθηκαν τις εποχές της ειρήνης ή ότι οι τέχνες που γεννήθηκαν όταν ο κόσμος κυκλοφορούσε με δυο σπαθιά περασμένα στη ζώνη του κάπως διαφέρουν από αυτές που εξασκούνται όταν ο κόσμος κυκλοφορεί με ένα κινητό περασμένο στο ίδιο σημείο. Η διαφορά, ωστόσο μεταξύ των μεν και των δε, δεν προσδιορίζεται με τη χρήση των «τζούτσου» και «ντο» ¬–όσοι ασχολούνται κάπως πιο σοβαρά με την ιστορία (των πολεμικών τεχνών ή οποιασδήποτε άλλης πολιτισμικής έκφρασης), ξέρουν ότι συχνά χρειάζεται να χρησιμοποιήσουν πολύ πιο σύνθετους ορισμούς για να περιγραφεί ένα πολιτισμικό φαινόμενο.

Ορισμοί όπως οι παραπάνω, σκοπό έχουν να μας βοηθήσουν να καταλάβουμε πέντε πράγματα στην αρχή της μελέτης μας –κάτι σαν τις βοηθητικές ρόδες στο ποδήλατο όταν είμαστε πέντε χρονών. Στο μέτρο που η μελέτη μας προχωρεί, καλό είναι (α) να καταλάβουμε ότι οι βοηθητικές ρόδες δεν αποτελούν πραγματικό τμήμα του ποδηλάτου, και, (β) ότι αν θέλουμε να μάθουμε όντως ποδήλατο πρέπει να τις βγάλουμε. Προφανώς κάποιες βοηθητικές ρόδες βγαίνουν πιο δύσκολα από κάποιες άλλες. Το πρώτο παράδειγμα που έρχεται στον νου είναι το «κλασική μουσική», ένας όρος που χρησιμοποιείται μεν ευρύτατα για να τη διαχωρίσουμε π.χ. από τη τζαζ ή από το ροκ εν ρολ, αλλά που όλοι οι μουσικοί ξέρουν ότι δεν καλύπτει παρά μόνο μια περίοδο που ξεκινάει (χοντρά-χοντρά) με τον Μότσαρτ και τελειώνει (χοντρά-χοντρά) με τον Μπετόβεν.

Υπάρχει λόγος να γινόμαστε τόσο σπαστικοί με τις λέξεις; Ναι, υπάρχει! Ο μεγάλος σκύλος, ο Αντισθένης έλεγε ότι η γλωσσική έρευνα αποτελεί αρχή κάθε γνώσης και για να τον θυμόμαστε μέχρι σήμερα, κάτι θα ήξερε. Η γλώσσα που συνοδεύει κάθε μια από τις παραδόσεις που μαθαίνουμε είναι αναπόσπαστο μέρος των παραδόσεων αυτών και αν θέλουμε να γνωρίσουμε την τέχνη μας σε βάθος, είναι αναπόφευκτο να τσαλαβουτήσουμε στα νερά της. Όσο περισσότερο, τόσο καλύτερα –πρωτίστως για μας τους ίδιους αλλά και για την τέχνη γενικότερα…

...ή έτσι λεει ο σεμπάι τουλάχιστον. Εγώ απλώς το μεταφέρω...

No comments: