Thursday, February 17, 2011

Welcome to New York - DUCK MOTHERF*****

Ένας καλός φίλος, ο οποίος διδάσκει πολεμικές τέχνες (για την ακρίβεια, μία πολεμική τέχνη –έχει βλέπετε εκείνη την πεπαλαιωμένη αντίληψη ότι αν κάνεις μόνο ένα πράγμα αντί για δέκα μπορεί κάποτε να μάθεις να το κάνεις καλά) επί τριάντα-πέντε συναπτά έτη απαντάει στην ερώτηση, «ποια είναι η απόλυτη πολεμική τέχνη» με τη φράση «ο πυρηνικός πόλεμος». Και αν το καλοσκεφτεί κανείς, μάλλον έχει δίκιο. Δεν είναι λιγότερο «πολεμική τέχνη» από ό,τι είναι, π.χ. το ιαπωνικό χοτζούτσου, οι ασκούμενοι στο οποίο μαθαίνουν, ακόμα και σήμερα, να ρίχνουν με εμπροσθογεμή μουσκέτα του 17ου αιώνα –είναι εκείνα τα τουφέκια-καραμούζες που έχει συνήθως ο Θείος Σκρουτζ. Και σαφώς είναι «απόλυτη» –είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο αντίπαλος που θα βρεθεί στο υπόκεντρο («ground zero» που λέγαμε και επί 9/11) μιας πυρηνικής έκρηξης, θα γίνει κυριολεκτικά σκόνη. Όχι, όπως λέμε «θα σε κάνω σκόνη», αλλά κανονική. Από αυτή που μαζεύουμε με τα ξεσκονόπανα.

Πάει να πει ότι αναζητούμε κάτι λιγότερο... απόλυτο. Πόσο λιγότερο; Όσο μας επιτρέπει (ή επιβάλλει) η παράνοιά μας. Βεβαίως οι εποχές μας είναι κάπως πιο άγριες από ό,τι ήταν, π.χ. προ 30ετίας, όμως, παραδόξως, τα ανήσυχα πνεύματα που αναζητούσαν και τότε την "απόλυτη" πολεμική τέχνη, ισχυρίζονταν ότι η εποχή (τους) ήταν κάπως πιο άγρια από ό,τι ήταν, π.χ. προ 30ετίας. Αν κάποιος κάνει μια αφαίρεση (2005 μείον 30, μείον 30) θα καταλήξει ότι υπάρχουν σήμερα άνθρωποι που ισχυρίζονται ότι η Ελλάδα του 2005 είναι κάπως πιο άγρια από ό,τι ήταν η Ελλάδα του 1945. Δηλαδή την εποχή του εμφυλίου –τότε που η μισή Ελλάδα πυροβολούσε την άλλη μισή, η δεύτερη μισή πυροβολούσε την πρώτη μισή και η τρίτη μισή (ναι, ξέρω) προσπαθούσε να κρυφτεί μπας και γλιτώσει από τις αδέσποτες. Όπως θα έλεγε και ο Σαίξπηρ, έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε.

Θα αποφύγω με ιδιαίτερη χάρη να εμπλακώ στο παιχνίδι της σύγκρισης μεταξύ πολεμικών τεχνών –όσο διασκεδαστικό και αν είναι. Υπάρχει ωστόσο μια διάστασή του εν λόγω παιχνιδιού που έχει ιδιαίτερο γούστο και την οποία ενδέχεται να μην έχουν παρατηρήσει πολλοί. Σκεφτείτε, χάριν συζητήσεως, την εικόνα που παρουσιάζει ένας άνθρωπος την πρώτη ημέρα που μπαίνει μέσα σε ένα ντότζο –οποιασδήποτε πολεμικής τέχνης. Είτε πρόκειται για κάποιον που έχει κάνει και κάποια άλλη πολεμική τέχνη στο παρελθόν είτε όχι (αλλά κυρίως αν δεν έχει κάνει), το βέβαιο είναι ότι αυτά που γνωρίζει και κυρίως ο τρόπος που κινείται, τον κάνουν επιεικώς εύκολο στόχο για οποιονδήποτε μαθητή του ντότζο που έχει από δύο χρόνια προπόνησης και παραπάνω στο ενεργητικό του. Οι κινήσεις του είναι προβλέψιμες, η ισορροπία και η στάση του ασταθείς, το βλέμμα του αβέβαιο.

Ας το πάμε ένα βήμα παραπέρα. Καθίστε μια μέρα για καφέ σε ένα κεντρικό και κατά προτίμηση πολυσύχναστο (αν το παραπάνω δεν είναι πλεονασμός) σημείο της πόλης. Φορέστε γυαλιά ηλίου για να μην καρφώνεστε και αρχίστε να παρατηρείτε συγκεκριμένα άτομα, από τη στιγμή που μπαίνουν στο οπτικό σας πεδίο, μέχρι τη στιγμή που βγαίνουν. Δείτε πώς κινούνται, πώς αποφεύγουν τους άλλους περαστικούς, πώς μετακινούν το βάρος τους τόσο ως προς τον κάθετο, όσο και ως προς τον οριζόντιο άξονα, πώς αυξομειώνουν την ταχύτητά τους κλπ. Αν τα αποτελέσματα δε σας φανούν αποκαρδιωτικά, μάλλον βρίσκεστε σε λάθος πόλη –ή στη σωστή πόλη· πείτε μου που είναι αυτή η πόλη, να έρθω κι εγώ.

Αυτό που θέλω να πω (και απλώς φλυαρώ για να γεμίσω τη σελίδα), είναι ότι η πλειονότητα των ανθρώπων μετά βίας έχει καταφέρει να κατακτήσει αυτό που το είδος παλεύει τα τελευταία 2.000.000 χρόνια (Homo Erectus που λένε;) Η συγκέντρωση και η εγρήγορση του νου και τα παράγωγά τους (σωματική ισορροπία, καλή αναπνοή, ταχεία ανταπόκριση στα ερεθίσματα κλπ) απουσιάζουν πλήρως, σε σημείο που πραγματικά διερωτάται κανείς γιατί οι άνθρωποι αυτοί δεν παθαίνουν διαρκώς ατυχήματα. Και η απάντηση είναι «Ποιος λέει ότι δεν παθαίνουν;» Τα νοσοκομεία και τα εξωτερικά ιατρεία είναι γεμάτα από μικρό-περιστατικά το ιστορικό των οποίων συνήθως ξεκινάει με τη φράση «Ήμουν αφηρημένος/η και...» Αν, δε, η συγκεκριμένη αντίληψη πραγμάτων βρεθεί πίσω από το τιμόνι ενός αυτοκινήτου, έχουμε και περιστατικά κάπως πιο... θεαματικά. Και βεβαίως εννοώ δυσάρεστα θεαματικά.

Το ερώτημα το οποίο μας οδηγεί στα περί απόλυτης πολεμικής τέχνης που έλεγα παραπάνω, είναι το εξής: όλοι εκείνοι οι οποίοι ρωτούν τον δάσκαλό τους (ή, για να είμαστε ακριβείς, τους αρχαιότερούς τους στο ντότζο) «Και τι θα γίνει αν ο άλλος μου ρίξει μια γροθιά Χ ή ένα λάκτισμα Ψ κ.λπ.», σε ποιον ακριβώς αναφέρονται; Πιστεύουν ειλικρινά ότι όλοι αυτοί οι ανισόρροποι, αφηρημένοι, αποπροσανατολισμένοι (κυριολεκτικώς και μεταφορικώς) και, εν τέλει, φοβισμένοι άνθρωποι που κυκλοφορούν στους δρόμους, κρύβουν μέσα τους έναν υπέρ-μαχητή, ο οποίος έχει από πέντε νταν σε δέκα διαφορετικές πολεμικές τέχνες τις οποίες και θα ενεργοποιήσει προκειμένου να τους επιτεθεί; Διότι, στατιστικά μιλώντας, και ειδικά σε μια χώρα στην οποία οποιοσδήποτε δεν μπορεί να αγοράσει ένα πυροβόλο όπλο με απλή επίδειξη της αστυνομικής του ταυτότητας, το πιο πιθανό που θα συμβεί σε μια τυχαία συμπλοκή μεταξύ κάποιου που κάνει σοβαρά μια πολεμική τέχνη και κάποιου τυχαίου προσώπου, είναι το τυχαίο πρόσωπο να καταλήξει κομμάτια (όχι σκόνη, όπως με τα πυρηνικά, αλλά κομμάτια).

Βεβαίως η λέξη κλειδί εδώ είναι το «σοβαρά». Πάει να πει, αρκετά χρόνια, με προσήλωση, αφοσίωση και συγκέντρωση και κοντά σε κάποιον δάσκαλο που ξέρει τι του γίνεται και με αντικείμενο μια πραγματική πολεμική τέχνη. Το ποια θα είναι η πολεμική τέχνη είναι, ίσως, δευτερεύουσας σημασίας -μπορεί μάλιστα να μην είναι καν πολεμική τέχνη αλλά μαχητικό άθλημα ή, κατά περίπτωση, και απλώς κάποιο άθλημα (δύναμης ή όχι). Αν δεν συζητάμε για αυτοσχέδιες χαριτωμενιές οι οποίες έχουν αποκλειστικό στόχο τα λεφτά, οι αρχές όλων των σωματικών μεθόδων πειθαρχίας είναι ίδιες σε εκνευριστικό βαθμό. Και αυτός είναι και ο λόγος που οποιαδήποτε τέχνη είναι, εν δυνάμει, απόλυτη. Αλλά είπαμε –για την υγρασία θα μιλήσουμε μια άλλη φορά...

...ή έτσι λέει ο σεμπάι τουλάχιστον. Εγώ απλώς το μεταφέρω...

No comments: